Ο Μελέτιος πατριάρχευσε για μια μόνο πενταετία (1731-1737). Επί της πατριαρχείας του, πλαστογράφησαν οι Αρμένιοι σουλτανικά έγγραφα και κατόρθωσαν το 1734 να αποσπάσουν διάταγμα κυριότητας επί των προσκυνημάτων. Ο Μελέτιος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου με τη βοήθεια του Διερμηνέα της Πύλης Αλεξάνδρου Γκίκα υπέβαλε αναφορά του ελληνικού έθνους προς το σουλτάνο, συνεπεία της οποίας έγινε δίκη μεταξύ Ελλήνων και Αρμενίων και επικύρωνε τα δικαιώματα των Ορθοδόξων.
Για την διεκπεραίωση των δυσκόλων αυτών υποθέσεων απαιτούνται χρήματα, τα οποία συχνά έπρεπε να συλλέξει με εράνους ο πατριάρχης αυτοπροσώπως. Δεν μπόρεσε όμως λόγω γήρατος, γι’ αυτό και παραιτήθηκε του θρόνου το 1737. Μετά την παραίτησή του εκλέχτηκε πατριάρχης ο Μητροπολίτης Καισαρείας Παρθένιος (1737-1766) ο οποίος ανέλαβε τη διαποίμανση της εκκλησίας υπό πραγματικά δύσκολες περιστάσεις. Φρόντισε να εξαλείψει το χρέος και μερίμνησε για την ίδρυση Σχολής της Ιερουσαλήμ, στην οποία προσκάλεσε ως διδάσκαλο τον Ιάκωβο Πάτμιο, πού έδωσε μεγάλη ώθηση για την αναγέννηση των γραμμάτων.
Όταν επισκέφτηκε την Ιερουσαλήμ ο Παρθένιος, η προσκυνηματική κατάσταση ήταν υπέρ των Λατίνων. Η συνθήκη του 1740 μεταξύ Γαλλίας και Τουρκίας ενίσχυσε τους Λατίνους. Έγινε η βάση για το γαλλικό προτεκτοράτο στην Ανατολή. Έτσι με την προστασία των Γάλλων οι Λατίνοι εμπόδισαν τον πατριάρχη Παρθένιο να εισέλθει στο Ναό της Βηθλεέμ και αποφάσισαν να επισκευάσουν το Ναό της Αναστάσεως (1742). Λόγω όμως κάποιας συμπλοκής Λατίνων και ορθοδόξων, στο Ναό της Αναστάσεως, δόθηκε αφορμή για επανεξέταση του όλου προσκυνηματικού ζητήματος, η οποία έληξε υπέρ των ορθοδόξων με τι διάταγμα του σουλτάνου Οσμάν Γ΄ το 1757, το οποίο εγκαινίασε νέα περίοδο στην ιστορία των προσκυνημάτων.
Τελείως περιληπτικά το διάταγμα αναφέρει ότι: «Ο Ρωμαίος πατριάρχης της Ιερουσαλήμ Παρθένιος έδωσε αναφορά για τις ενοχλήσεις των Ρωμαίων από τους Λατίνους στο προσκύνημα της Αποκαθήλωσης, στον κουμπέν του αγίου Τάφου, στο επτακάμαρο, στο Σπήλαιο της Γεννήσεως, και στο μνημείο της Μαριάμ. Οι ενοχλήσεις αυτές συνίστανται στο κλείσιμο των θυρών και την αναμονή των ορθοδόξων έξω, στο ρίξιμο πετρών και ξύλων εναντίον τους, και στην προσπάθεια μεταφοράς των πετρών των προσκυνημάτων στην Φραγγία, για να εξαναγκάσουν τους ορθοδόξους να πηγαίνουν εκεί. Εδόθη προσέτι αναφορά γεγραμμένη αραβιστί περί αποδόσεως στους Ρωμαίους του κουβουκλίου, το οποίο ανήκε σ’ αυτούς κατά τον αχτιναμέ του Ομάρ Χαττάμ του 2ου Χαλίφη και κατά τον ορισμό του Σουλτάν Σελήμ το 932 έτος και του Σουλτάνου Μουράτ το 1054 (Έτος Εγίρας). Θεωρήθηκαν ακόμη και τα εις τας χείρας των Φράγκων φιρμάνια των προκατόχων μου μεγάλων Βασιλέων, ερωτήθηκαν πολλάκις οι δραγουμάνοι και οι καλόγεροι και προκειμένου να παύσουν οι διαφορές και οι λογοτριβές και να δοθεί το προσήκον νιμάζι εν ζυγώ δικαίου και ορθότητος, ορίζω να βάλουν οι Ρωμαίοι δύο μανουάλια στον τόπο της Αποκαθηλώσεως, όπου έχουν και δύο οι Φράγκοι. Κάθε έθνος δε να έχει εκεί δύο κανδήλια και να τα άπτει χωρίς να παρενοχλεί το άλλο. Και το εις το μέσον του Ναού ευρισκόμενο μνημείο του Ιησού (κατά την δόξαν των) να είναι προσκύνημα και των δύο μερών, αλλά ο θόλος και η επισκευή του να ανήκουν στους Ρωμαίους. Και από τις τέσσερις καμάρες του Γολγοθά δύο να είναι των Ρωμαίων και δύο των Φράγκων. και το άνω μέρος των 7 καμάρων να είναι των Φράγκων οι κατοικίες, το δε κάτω εξιδιασμένο για τους Ρωμαίους χωρίς να τους ρίχνουν οι Φράγκοι με ξύλα, πέτρες και πυροβόλα. Και η εν Βηθλεέμ μεγάλη εκκλησία να είναι εξιδιασμένη για τους Ρωμαίους, το σπήλαιο όμως στο μέσον της να είναι προσκύνημα και των δύο μερών και να φτιαχθεί ξεχωριστό κλειδί και να εγχειριστεί στον Πατριάρχη των Ρωμαίων, επειδή οι Λατίνοι το κατέχουν με δόλο και βία και εμποδίζουν τους προσκυνητές με το να μην ανοίγουν την πόρτα για δύο ή τρεις ώρες. Και το εκτός της Ιερουσαλήμ κείμενο μνημείο της Δεσποίνης Μαριάμ, εξιδιασμένο ανέκαθεν για τους Ρωμαίους, να αποδοθεί και πάλι στον πατριάρχη τους. Και στο εξής να μην ενοχλούν οι Ρωμαίοι τους Φράγκους και οι Φράγκοι τους Ρωμαίους για τα προσκυνήματα και έθιμα της θρησκείας τους. Επί τούτοις εξεδόθη ο υψηλός μου ορισμός εν έτει της φυγής 1170 εν Κωνσταντινουπόλει».
Συνεπεία του διατάγματος αυτού 1757 εγκαταστάθηκε ως παντοτινός φύλακας του κουβουκλίου του αγίου Τάφου μοναχός, αποδόθηκαν στους ορθοδόξους, όσα είχαν λάβει οι Λατίνοι απ’ αυτούς στο Ναό της Αναστάσεως, καθώς και ο Ναός της Γεσθημανής και της Βηθλεέμ. Με το πολύτιμο αυτό διάταγμα του 1757 αρχίζει η νέα εποχή του καθεστώτος των προσκυνημάτων, η οποία είναι και η τελευταία της τρίτης περιόδου της ιστορίας της Εκκλησίας Ιεροσολύμων.
Περίοδος γ΄ (1517-1910)
1. αγώνας υπέρ των προσκυνημάτων (1517-1634)
2. απώλεια και επανάκτηση των προσκυνημάτων (16334-1757)
3. προσκυνηματικό καθεστώς (1757-1910)