Οι Άραβες από τον 7ο αιώνα είχαν περιορίσει το Χριστιανισμό στην Ανατολή και τη Δύση, στο αραβικό κράτος της Ασίας ίδρυσαν τον 11ο αιώνα οι Σελτζούκοι δύο κράτη (της Μοσούλης και του Ικονίου) πού εκτείνονταν από τον Περσικό κόλπο μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο πέλαγος και τη Μεσόγειο. Οι Σελτζούκοι καταπίεζαν τους εντόπιους χριστιανούς αλλά και τους προσκυνητές των Αγίων Τόπων περισσότερο από τους Άραβες. Η ακμή του παπισμού στην περιοχή αυτή έθεσε ως στόχο την κατάκτηση όχι μόνο της ουράνιας αλλά και της επίγειας Ιερουσαλήμ. Ορισμένοι πάπες θεώρησαν καλό την ανάληψη εκστρατείας για την απελευθέρωση των αγίων Τόπων, προκειμένου να απαλλάξουν τους χριστιανούς από τα δεινά των μουσουλμάνων και να κηρύξουν το χριστιανισμό ακόμη και σ’ αυτούς τους άπιστους. Η εκστρατεία αυτή θα είχε το χαρακτήρα ιερού πολέμου, θα διεξαγόταν κάτω από σύμβολο του στρατού, το οποίο οι στρατιώτες κρατούσαν ή έραβαν στον ώμο του. Γι’ αυτό οι εκστρατείες αυτές ονομάστηκαν σταυροφορίες και όσοι λάβαιναν μέρος σταυροφόροι.
Πρόδρομοι της ιδέας των σταυροφοριών υπήρξαν διάφοροι πάπες, κυρίως όμως δημιουργός του ήταν ο πάπας Ουρβανός Β΄, πού το 1095 συγκάλεσε μεγάλη σύνοδο στην πόλη Κλερμών της Γαλλίας, μετά τη σύνοδο ανήγγειλε την έναρξη του ιερού πολέμου με την υπόσχεση της άφεση των αμαρτιών σ’ όσους θα λάβαιναν μέρος. Τα πλήθη αναφώνησαν: ο Θεός το θέλει (Deus lo volt). Οι επίσκοποι κι οι ηγούμενοι της συνόδου διέδωσαν στις επαρχίες τους τον ιερό αγώνα.
Στην εξέγερση του πλήθους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης πρωτοστάτησε ο ερημίτης Πέτρος για τον οποίο αργότερα δημιουργήθηκε ο θρύλος ότι είχε επισκεφτεί πρωτύτερα τους Αγίους Τόπους, είχε δει τις καταπιέσεις των χριστιανών και τον ίδιο το Χριστό σε όραμα προτρέποντάς τον να μεταφέρει στον Πάπα την εντολή της απελευθέρωσης του Αγίου Τάφου. Τα ευγενή θρησκευτικά ελατήρια αναμείχτηκαν με άλλα ταπεινά, όπως η επιθυμία για περιπέτειες πλουτισμό, επίσκεψη των θρυλικών χωρών της ανατολής, ο υπολογισμός της άφεσης των αμαρτιών, η απαλλαγή από τη δουλοπαροικία και τα χρέη, και σχηματίστηκε η α΄ σταυροφορία. Τα μέλη της, αφού πέρασαν τις χώρες της Ευρώπης, κυρίεψαν τη Νίκαια της Μ. Ασίας με τη βοήθεια του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλεξίου του Α΄ του Κομνηνού, την Έδεσσα επί του ποταμού Ευφράτη, την Αντιόχεια της Συρίας και τελικά την Ιερουσαλήμ (1099). Βαδίζοντας μέσα στο αίμα μπήκαν στο Ναό της Αναστάσεως, και ευχαρίστησαν το Θεό για την επιτυχία.
Αμέτοχος της σφαγής έμεινε ο Γοδεφρίγος της Βουϊλλιώνος, πού μπήκε στον Άγιο Τάφο με ένδυμα προσκυνητού, και μετά μια εβδομάδα εκλέχτηκε βασιλιάς των Ιεροσολύμων. Θεώρησε όμως το βασιλικό τίτλο και τα στέμμα ανάρμοστα για τον τόπο, όπου έπαθε ο Χριστός και φόρεσε το ακάνθινο στεφάνι, γι’ αυτό περιορίστηκε στον τίτλο του προστάτη του αγίου Τάφου. Ένα έτος αργότερα ο διάδοχός του Βαλδουΐνος δέχτηκε το βασιλικό τίτλο. Το μίσος ανάμεσα στους εντόπιους και στους Λατίνους, οι ραδιουργίες μεταξύ των Λατίνων ηγεμόνων και η ακολασία έφεραν σύντομα τη διάλυση του σταυροφοριακού βασιλείου των Ιεροσολύμων. Σαράντα περίπου χρόνια μετά την άλωση των Ιεροσολύμων ο Εμίρης της Μοσούλης κατέλαβε την Έδεσα (1144), όπου έκαψε ένα ναό γεμάτο από χριστιανούς. Το 1187 ο Άραβας σουλτάνος της Αιγύπτου Σαλαδίνος νίκησε τους χριστιανούς σε αιματηρή μάχη κοντά στην Τιβεριάδα και στη συνέχεια κατέλαβε την Ιερουσαλήμ. Έδειξε πραγματική ιπποτική συμπεριφορά προς τους χριστιανούς, πού τον αποκαλούσαν μουσουλμάνο ιππότη. Με λίγα λύτρα επέτρεψε στους σταυροφόρους να αποχωρίσουν, ενώ τους φτωχούς δεν απαίτησε τίποτα. Μετέφερε ότι πολύτιμο είχαν από τη θάλασσα, άφησε στους ιππότες την περίθαλψη των ασθενών και επιστάτησε ο ίδιος στην πορεία της αναχώρησης.
Για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων αναλήφθηκαν συνολικά επτά σταυροφορίες, στην τέταρτη από τις οποίες καταλήφθηκε η Κωνσταντινούπολη (1204). Συνήφθηκαν πολλές μάχες μεταξύ μουσουλμάνων και σταυροφόρων στη Συρία, Αίγυπτο και Παλαιστίνη μέχρις ότου οι Μαμελούκοι, μισθοφόροι των σουλτάνων της Αιγύπτου, έθεσαν τέρμα στην κυριαρχία των σταυροφόρων (1291). Οι σταυροφορίες απέτυχαν του σκοπού, τον οποίο επεδίωκαν, διοχέτευσαν όμως στη Δύση πολιτιστικά στοιχεία. Η ακμή του εμπορίου της βιομηχανίας, της τέχνης, της διοίκησης και της επιστήμης, πού παρατηρείται αυτή την εποχή στη Δύση, οφείλεται στην επαφή με το Βυζαντινό και Αραβικό πολιτισμό.